Μη φεύγεις, διηγήματα


Από το οπισθόφυλλο

Ο μόνος που πάντα βγαίνει σώος και αβλαβής από τον λαβύρινθο των σχέσεων είναι ο καφές. Αχνιστός και περίεργα αξιοπρεπής, πάντα το δρόμο βρίσκει προς την έξοδο. Ίσως αυτό να οφείλεται στη γατίσια περιέργεια του ατμού, που αναζητά μονίμως διαφυγή, αγνοώντας του σκύλους που στέκονται εν πλήρη τρικυμία σε περίεργες γωνιές. Ίσως να οφείλεται στις σερβιτόρες με τις κοντές μαύρες φούστες,  που συνθλίβουν ματιές ανάμεσα στα πόδια τους, αγνοώντας τις σχέσεις των παρευρισκομένων.

Μεταξύ μας, κάθε περαιτέρω εξήγηση ίσως να είναι περιττή, έτσι και αλλιώς, πολλές φορές όταν συναντιόμαστε συνήθως απουσιάζουμε.


 

Δαβίδ και Γολιάθ

Στην ζωή μου έχω επιλέξει, όπως συμβαίνει με όλους μας, να παίζω κάποιους ρόλους. Παίζοντας τον καθένα από αυτούς, συνήθως, σε διαφορετικές χρονικές περιόδους, αλλά και πολλές φορές την ίδια στιγμή, ικανοποίησα και ικανοποιώ τις κοινωνικές και οικονομικές μου ανάγκες και αρκετές από τις εσωτερικές μου αναζητήσεις. Έχω υπάρξει για παράδειγμα έμπειρος μηχανικός, μέλος του διοικητικού συμβουλίου του επιμελητηρίου, σύζυγος, αθλητής, καλός γείτονας, καλός φίλος, δημοτικός σύμβουλος, φιλάνθρωπος. Αυτά και άλλα πολλά. Με λίγα λόγια οι ρόλοι αυτοί είναι η ίδια  μου η ζωή.

Στην  αρχή στήνω την θεωρία, δηλαδή την ανάλυση του ρόλου με όλες τις προεκτάσεις αλλά και με σαφή όρια. Βασικά δεν επιτρέπω αυτοσχεδιασμούς. Ως σκηνοθέτης είμαι αυστηρός. Εκ πεποιθήσεως.  Όλα θέλω να κινούνται με ακρίβεια εντός των προκαθορισμένων ορίων. Το απολαμβάνω δεόντως. Όσο δε, περνά ο καιρός, η εμπειρία μου μεγαλώνει και οι σκηνοθετικές μου ικανότητες όλο και εμπλουτίζονται. Έτσι, με μεγαλύτερη ευχέρεια και με μικρότερο κόπο προσεγγίζω τους στόχους μου.

Δυστυχώς όμως έκανα το λάθος.

Λόγω της τελειομανίας που με διακρίνει αποφάσισα μια κοινή συνεδρίαση με όλους τους ρόλους που είχα ενδυθεί στη ζωή μου (μέγα λάθος), αποσκοπώντας σε ελεύθερη συζήτηση για όλα, προκειμένου να επιταχύνω τυχόν καταλληλότερες επιλογές για τη ζωή μου, αν αυτό προέκυπτε ως αναγκαιότητα.

Προετοίμασα καταλλήλως τον χώρο της συνεδρίασης και ως οικοδεσπότης, κάθισα στην κορυφή του τραπεζιού περιμένοντας. Τα σημάδια  με έκαψαν από την πρώτη στιγμή. Καταρχάς  οι ρόλοι μου εμφανίστηκαν όλοι μαζί και κατά δεύτερον ήταν όλοι εντυπωσιακά μεγαλόσωμοι, σχεδόν σαν γίγαντες. Αυτό με συγκλόνισε, γιατί δεν το περίμενα με τίποτα, να έχουν πάρει τέτοια γιγαντιαία μορφή και το κυριότερο, αισθανόμουν (και ήμουν) τόσο μικρός κι ασήμαντος μπροστά τους  που αμφιβάλλω αν με πρόσεξαν. Παρόλα αυτά κράτησα την ψυχραιμία μου.

«Άρχεται η συνεδρίαση» είπα αλλά κανείς δεν άκουσε. Έκαναν πλάκα μεταξύ τους και ήταν χαρούμενοι που γνωρίζονταν για πρώτη φορά. Εμένα με αγνοούσαν επιδεικτικά, σα να μην υπήρχα. Επανέλαβα τσιριχτά: «Άρχεται η συνεδρίαση». Γύρισαν με απορία προς το μέρος μου και ο νεότερος είπε υποτιμητικά: «Μα, τι λέει το ανθρωπάκι;»

Αυτή η λέξη με σακάτεψε. Με διέλυσε. Εμένα να με αποκαλούν ανθρωπάκι; Εμένα, που είμαι από τους  λίγους που τόλμησα να ανοίξω το παρελθόν φόρα παρτίδα; Που έδωσα πνοή στα άπνοα και δημιούργησα υπάρχοντα άνευ εμφανούς τοκετού;

«Μα τι λέει το ανθρωπάκι», επανέλαβαν όλοι μαζί και τότε, ο πιο έμπειρος ρόλος μου, αυτός του μηχανικού, με ένα κούνημα ελαφρύ του δαχτύλου του, τίναξε με θράσος το καπέλο μου, το οποίο  εκσφενδονίστηκε στην άλλη άκρη του δωματίου.

Αισθάνθηκα απόρριψη, ντροπή και οργή. Χωρίς να χάνω χρόνο, οδηγούμενος μόνο από την διαίσθηση και το ένστικτο, έβγαλα το πουκάμισό μου το έκανα κανά δυο σβούρες σαν την σφενδόνη του Δαβίδ, τοποθέτησα αντί πέτρας το κεφάλι μου ακριβώς στο κέντρο της σφενδόνης και το εκτόξευσα με όση δύναμη είχα στον ενδεδυμένο τον ρόλο του μέλους του διοικητικού συμβουλίου του επιμελητηρίου. Αμέσως μετά, στα τυφλά,  ξαναπήρα στα γρήγορα την κεφαλή μου από το πάτωμα και πριν καλά-καλά καταλάβουν τι συμβαίνει ξάπλωσα όλους τους γίγαντες καταγής. 

Αισθάνθηκα απέραντη ανακούφιση ενώ την ίδια στιγμή, παντελώς ελεύθερος, ένιωσα το σώμα μου να μεγαλώνει, να ανυψώνεται στα μεγέθη των ρόλων μου. Η νέα αυτή  διάσταση, μου ήταν αρχικά ξένη και ανοικονόμητη για το κλειστό περιβάλλον που είχα υιοθετήσει ως δίχτυ προστασίας, αυτοεξυπηρέτησης και αναγνώρισης από τους ανθρώπους. Αλλά ακόμη πιο τραγικά αισθάνθηκα, όταν βγαίνοντας στον δρόμο, διαπίστωσα ότι ήμουν δακτυλοδεικτούμενος και το κυριότερο, μόνος, ίσως και αποκρουστικός. Τράπηκα σε φυγή αναζητώντας επειγόντως νέους ρόλους, αναγνωρίσιμους από τους συνανθρώπους μου, μια και η ελευθερία, ως ρόλος, απαιτεί εαυτόν μόνο και αποκαλυπτικόν και μάλιστα εαυτόν σε μεγέθη extra large.